Super Market Hero
Του άρεσε να δουλεύει στην αποθήκη. Είχε περισσότερη ησυχία εκεί. Πριν κάνα δυο μήνες, όταν ήταν ακόμα στα ράφια, όλο και κάποιος του έπιανε κουβέντα. Πελάτης, συνήθως, που κάτι έψαχνε να βρει.
Τον ενοχλούσε να του ρωτάνε πράγματα. Νόμιζε ότι πίσω από την απλή ερώτηση «πού μπορώ να βρω τα απορρυπαντικά» κρυβόταν κάτι άλλο. Ύπουλο. Ότι άλλο θέλουν να τον ρωτήσουν και άλλο τον ρωτάνε τελικά. Ότι ήθελαν να του κάνουν την ερώτηση που τον φόβιζε περισσότερο. Αυτή που κάθε φορά που την άκουγε, έμπαινε στον εγκέφαλό του μια πράσινη γλίτσα, φτιαγμένη από άδεια μπουκάλια Heineken, στάχτη άφιλτρων camel και λιγδιασμένα τηλεκοντρόλ. Φτιαγμένη από δυσάρεστες αναμνήσεις.
Του άρεσε η αποθήκη. Εκεί δεν του μίλαγαν και πολύ. Δεν ερχόταν σε επαφή με αγνώστους. Οι συνάδελφοί του είχαν καταλάβει ότι δεν ήθελε να μιλάει πολύ. Το σεβόντουσαν αυτό.
Τον κοίταζαν βέβαια καμιά φορά με αποδοκιμασία. Δεν τον ένοιαζε όμως. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να μη μιλάει.
Κάθε απόγευμα, μετά τη δουλειά, πήγαινε στη γωνία Κηφισίας και Αγίου Θωμά. Στεκόταν στο πεζούλι μιας αντιπροσωπείας αυτοκινήτων και έβγαζε από την τσέπη του ένα ξεφτισμένο τεύχος του Spiderman. Το ίδιο, συνέχεια. Ήταν αυτό που έκανε την εμφάνισή του ο Γύπας. Ένας τύπος με ξυρισμένο κεφάλι και φτερά- λεπίδες.
Ο Γύπας ήταν ο αγαπημένος του σούπερ ήρωας. Δεν τον ένοιαζε που ήταν κακός, δεν τον ένοιαζε που δυο- τρία τεύχη μετά ο Spiderman τον πετάει από έναν ουρανοξύστη και ο Γύπας δεν μπορεί άλλο να πετάξει και πέφτει στην άσφαλτο και πεθαίνει.
Διάβαζε ξανά και ξανά την ίδια ιστορία, χαιδεύοντας ασυναίσθητα το ξυρισμένο του κεφάλι. Ο Γύπας. Ναι, αυτός ήταν ήρωας.
Με φτερά, να πετάει, και λεπίδες για να κόβει οτιδήποτε τον φυλακίζει.
Μια Κυριακή ανέβηκε στην ταράτσα της πολυκατοικίας του. Τα είχε όλα έτοιμα από καιρό. Φόρεσε τη στολή και άρχισε να κουνάει τα φτερά του πάνω κάτω. Αισθανόταν υπέροχα μ’ αυτά τα φτερά.
Κοίταξε κάτω, το δρόμο. Δεν φοβόταν μην πέσει.
Περίμενε τον Spiderman. Δεν μπορεί, θα εμφανιζόταν. Αυτή τη φορά θα τον νικούσε.
Εμφανίστηκε μπροστά του. Με τη μαύρη του στολή, όχι την κλασσική κόκκινη. Τον πλησίασε. Ο Γύπας άρχισε να κουνάει τα φτερά του πάνω- κάτω, όσο πιο δυνατά μπορούσε. Άκουγε τις λεπίδες που είχε στερεώσει στις άκρες να σχίζουν τον αέρα. Αισθανόταν δυνατός. Πολύ δυνατός.
Ο Spiderman ατάραχος. «Με φοβάται», σκέφτηκε, «αλλά προσπαθεί να δείξει ότι είναι χαλαρός και μ’ έχει».
Ο Spiderman έκανε μια χειρονομία σαν να ήθελε να τον καθησυχάσει ότι όλα είναι οk, δεν είναι εχθροί. Σιγά μην τσίμπαγε.
Ο Spiderman έκανε κάτι που ο Γύπας δεν το περίμενε ποτέ. Τράβηξε τη μάσκα του.
«Βασίλη;», του είπε.
Δεν απάντησε.
«Βασίλη, Ο Κώστας είμαι. Ο άντρας της Ελευθερίας»
Ο Γύπας δεν είπε τίποτα. Σταμάτησε μονάχα να κουνάει τα φτερά του.
«Είσαι καλά;»
Ήταν η ερώτηση. Η γαμημένη ερώτηση.
Ο Γύπας έπεσε στα γόνατα και άρχισε να τρίβει το ξυρισμένο του κεφάλι..
«Ναι», γρύλισε. «Ναι».
Τον είχε νικήσει και έπρεπε να τελειώσει όπως έπρεπε.
Βούτηξε στο κενό χωρίς να κουνήσει τα φτερά του. Δεν έπρεπε να πετάξει. Έπρεπε να δεχτεί την ήττα του.
Με την αξιοπρέπεια ενός σούπερ ήρωα.
O Spiderman, εμφανώς ικανοποιημένος από τη νίκη του, ξαναφόρεσε τη μάσκα του και έριξε τον ιστό του στην απέναντι πολυκατοικία. Αιωρήθηκε.
Έριξε μια ματιά κάτω, στο πτώμα του Γύπα. Ήξερε ότι θα τον ξανασυναντήσει.
Ήταν ο αγαπημένος του σούπερ ήρωας.
Τον ενοχλούσε να του ρωτάνε πράγματα. Νόμιζε ότι πίσω από την απλή ερώτηση «πού μπορώ να βρω τα απορρυπαντικά» κρυβόταν κάτι άλλο. Ύπουλο. Ότι άλλο θέλουν να τον ρωτήσουν και άλλο τον ρωτάνε τελικά. Ότι ήθελαν να του κάνουν την ερώτηση που τον φόβιζε περισσότερο. Αυτή που κάθε φορά που την άκουγε, έμπαινε στον εγκέφαλό του μια πράσινη γλίτσα, φτιαγμένη από άδεια μπουκάλια Heineken, στάχτη άφιλτρων camel και λιγδιασμένα τηλεκοντρόλ. Φτιαγμένη από δυσάρεστες αναμνήσεις.
Του άρεσε η αποθήκη. Εκεί δεν του μίλαγαν και πολύ. Δεν ερχόταν σε επαφή με αγνώστους. Οι συνάδελφοί του είχαν καταλάβει ότι δεν ήθελε να μιλάει πολύ. Το σεβόντουσαν αυτό.
Τον κοίταζαν βέβαια καμιά φορά με αποδοκιμασία. Δεν τον ένοιαζε όμως. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να μη μιλάει.
Κάθε απόγευμα, μετά τη δουλειά, πήγαινε στη γωνία Κηφισίας και Αγίου Θωμά. Στεκόταν στο πεζούλι μιας αντιπροσωπείας αυτοκινήτων και έβγαζε από την τσέπη του ένα ξεφτισμένο τεύχος του Spiderman. Το ίδιο, συνέχεια. Ήταν αυτό που έκανε την εμφάνισή του ο Γύπας. Ένας τύπος με ξυρισμένο κεφάλι και φτερά- λεπίδες.
Ο Γύπας ήταν ο αγαπημένος του σούπερ ήρωας. Δεν τον ένοιαζε που ήταν κακός, δεν τον ένοιαζε που δυο- τρία τεύχη μετά ο Spiderman τον πετάει από έναν ουρανοξύστη και ο Γύπας δεν μπορεί άλλο να πετάξει και πέφτει στην άσφαλτο και πεθαίνει.
Διάβαζε ξανά και ξανά την ίδια ιστορία, χαιδεύοντας ασυναίσθητα το ξυρισμένο του κεφάλι. Ο Γύπας. Ναι, αυτός ήταν ήρωας.
Με φτερά, να πετάει, και λεπίδες για να κόβει οτιδήποτε τον φυλακίζει.
Μια Κυριακή ανέβηκε στην ταράτσα της πολυκατοικίας του. Τα είχε όλα έτοιμα από καιρό. Φόρεσε τη στολή και άρχισε να κουνάει τα φτερά του πάνω κάτω. Αισθανόταν υπέροχα μ’ αυτά τα φτερά.
Κοίταξε κάτω, το δρόμο. Δεν φοβόταν μην πέσει.
Περίμενε τον Spiderman. Δεν μπορεί, θα εμφανιζόταν. Αυτή τη φορά θα τον νικούσε.
Εμφανίστηκε μπροστά του. Με τη μαύρη του στολή, όχι την κλασσική κόκκινη. Τον πλησίασε. Ο Γύπας άρχισε να κουνάει τα φτερά του πάνω- κάτω, όσο πιο δυνατά μπορούσε. Άκουγε τις λεπίδες που είχε στερεώσει στις άκρες να σχίζουν τον αέρα. Αισθανόταν δυνατός. Πολύ δυνατός.
Ο Spiderman ατάραχος. «Με φοβάται», σκέφτηκε, «αλλά προσπαθεί να δείξει ότι είναι χαλαρός και μ’ έχει».
Ο Spiderman έκανε μια χειρονομία σαν να ήθελε να τον καθησυχάσει ότι όλα είναι οk, δεν είναι εχθροί. Σιγά μην τσίμπαγε.
Ο Spiderman έκανε κάτι που ο Γύπας δεν το περίμενε ποτέ. Τράβηξε τη μάσκα του.
«Βασίλη;», του είπε.
Δεν απάντησε.
«Βασίλη, Ο Κώστας είμαι. Ο άντρας της Ελευθερίας»
Ο Γύπας δεν είπε τίποτα. Σταμάτησε μονάχα να κουνάει τα φτερά του.
«Είσαι καλά;»
Ήταν η ερώτηση. Η γαμημένη ερώτηση.
Ο Γύπας έπεσε στα γόνατα και άρχισε να τρίβει το ξυρισμένο του κεφάλι..
«Ναι», γρύλισε. «Ναι».
Τον είχε νικήσει και έπρεπε να τελειώσει όπως έπρεπε.
Βούτηξε στο κενό χωρίς να κουνήσει τα φτερά του. Δεν έπρεπε να πετάξει. Έπρεπε να δεχτεί την ήττα του.
Με την αξιοπρέπεια ενός σούπερ ήρωα.
O Spiderman, εμφανώς ικανοποιημένος από τη νίκη του, ξαναφόρεσε τη μάσκα του και έριξε τον ιστό του στην απέναντι πολυκατοικία. Αιωρήθηκε.
Έριξε μια ματιά κάτω, στο πτώμα του Γύπα. Ήξερε ότι θα τον ξανασυναντήσει.
Ήταν ο αγαπημένος του σούπερ ήρωας.
23 Comments:
Ο ιρωας σου σιγουρα θα με μισουσε διοτι ολοι μου λενε οτι εχω λογοδιαρροια. Παντως αυτη η γαμημενη ερωτηση "εισαι καλά"(που και εγω κανω πολυ συχνα) ειναι πολυ εκκνευριστικη "δεν βλεπεις, τα χαλια μου εχω, γιατι με πρηζεις και εσυ απο πανω?" Και μηπως ρωτας επειδη σε νοιαζει? Και η κλασσικη απαντηση "ναι, καλα ειμαι, γιατι? τι εχω?" Αλλη μια τυπικη και ανουσια στιχομυθια. Κι επειτα πηδας απο το μπαλκονι αλλα κανεις δεν δινει σημασια.
καθε φορα που βλεπω την ορθγραφια μου φριττω, ελπιζω και εσεις το ιδιο.
This comment has been removed by a blog administrator.
Tι σύμπτωση κι αυτή! Να βγουν κολλητά στο board του monitor, δύο ποστς που αναφέρονται σε υπαλλήλους σούπερ μάρκετ!
Αλήθεια Pascal, αναγνωρίζεις στ' αλήθεια ότι ένας υπάλληλος σούπερ μάρκετ θα μπορούσε να έχει και την αξιοπρέπεια ενός σούπερ ήρωα;
Ή θα περίμενες να υποκλίνεται ταπεινά μπροστά στη "δύναμη" του κάθε spiderman-πελάτη;
Γιατί είχε ξυρισμένο το κεφάλι του το παιδί ο Βασίλης;;;
vertheros: Γράφε ελεύθερα μωρέ. Κι' ας κάνεις ορθογραφικά. Καλησπέρα.
artois: Χμμμ...σύμπτωση λέτε ε; Εγώ πάλι βλέπω μια τεράστια, παγκόσμια συνωμοσία ενάντια στην φτωχή πλην τίμια εργατιά.
Φυσικά και το αναγνωρίζω.
χαμένο κορμί: Γιατί ρε συ ξυρισμένο κεφάλι είχε και ο Γύπας. Αν γούσταρε την cat woman θα έβαζε βυζιά (λέμε τώρα).
Ποιος βλαξ μίλησε για "παγκόσμια συνωμοσία"; Ο Ομπζ. πάντως μιλάει μόνον για προσωπική γελοιότητα κάποιου. Που κάποιοι άλλοι νομίζουν ότι είναι φιλοσοφία.
Ενώ, όπως πολύ εύστοχα είπε κάποιος άλλος, πρόκειται για "μπαφοφιλοσοφία".
Ξηγημένο παλικάρι ο Βασιλάκης....κοίτα να δεις? και για να πω την αλήθεια δεν τον είχα και σε πολύ εκτίμηαη στην αρχή....
καταπληκτική ιστορία...την διάβασα τρείς φορές και ήταν σαν να διάβασα τρείς διαφορετικές ιστορίες
'Super Malakas Htan'..κι όλα αυτά για μια φτού ξEλευθερια?σνιφ!
Εγώ πάλι πιστεύω οτι ο γύπας έγινε ο αγαπημένος ήρωας του Βασιλάκη αφού ο ίδιος έχασε τα μαλιά του...
...είτε απο χημειοθεραπεία, είτε διαβάζοντας τα Post σου
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
:P
ΠΟΥ ΤΟΝ ΘΥΜΗΘΗΚΕΣ ΡΕ ΠΑΣΚΑΛ ΤΟΝ ΓΥΠΑ;;;;;;;;
Κοίτα να δεις τι μου θυμίζεις τώρα!!!
Τώρα λείπει να γράψεις και για τον Ελέκτρο και τον Δρ. Όκταπους (προσωπικός αγαπημένος ;)
Με τη δεύτερη κατάλαβα δυο πράγματα. Ίσως να φταίει που δεν είμαι καλά.
Μετά τη ψηφοφορία (12/12/2006) από την πλειοψηφία στη Βουλή της Αλβανίας, η χώρα δεν έχει πλέον την Ακαδημία των Επιστημόνων! Αργά τη νύχτα, ψηφίστηκε το νομοσχέδιο της κυβέρνησης(;) «Για την Ακαδημία των Επιστημόνων» με 75 ψήφους υπέρ(!) 2 κατά και 3 παρών! Σύσσωμη η αντιπολίτευση, απείχε της διαδικασίας, διαμαρτυρόμενη για το πρωτοφανές αυτό γεγονός. Η επιστημονική, ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική κοινότητα, εκλιπαρούσανε, θεωρώντας την πράξη αυτή ως έγκλημα κατά της επιστήμης, η κυβέρνηση ωστόσο επέμενε και κατάφερε τελικά, να κλειδώσει τις πόρτες τον Ερευνητικών Ινστιτούτων που ήταν υπό την Ακαδημία!
Οι βουλευτές του PBDNJ(Κόμμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα) Spiro Peçi και Leonard Solis ήταν αυτοί που ψήφισαν κατά του νομοσχεδίου και οι Leonard Demi(PD), Ymer Tola(PDK, Niko Nerenxi(PAA) δήλωσαν παρών!
Παρακαλώ πολύ, αν το γεγονός αυτό σε αγγίζει κι εσένα, είτε κάνε μια αναφορά είτε ανέβασε την είδηση στο δικό σου μπλογκ! Έτσι, η φωνή της διαμαρτυρίας, θα δυναμώσει και θα κάνει τους παχύδερμους και αυταρχικούς κυβερνώντες στην Αλβανία, να σκεφτούνε καλά, πριν οριστικοποιήσουν την ειδεχθή τους πράξη!
Φιλικά Ν.Ago
O δικός μου σούπερ-ήρωας είναι ο Σούπερ-Γκάρφιλντ
¨Αξιος πάντως Πασκάλ (όπως πάντα)
κΑΛΌ σ-κ
Δε θα έχετε Ακαδημία ποτέ,
Αλβανέεεε Αλβανέεεεεε.....
γαμάτο Πασκάλ. Αν και δεν διάβαζα ποτέ Spiderman. :Ρ
υπαρχει ο ενας ερημην του αλλου; ή εξαιτιας του;
καταπληκτικο οπως ολα...
νοημα πισω απο τις λεξεις...
οπως σε ολα...
artois: Ο καθένας έχει δικαίωμα νομίζω στην προσωπική του γελοιότητα. Όπως έχεις κι' εσύ δικαίωμα να την κατακρίνεις.
Δεν έχω παρακολουθήσει τόσο το θέμα, οπότε δεν μπορώ να πω αν συμφωνώ με τους χαρακτηρισμούς σου.
liodara: Είδες;
μαύρη γάτα: Thanks
avissos: Μα γιατί ρε συ. Ένα κόλλημα είχε ο άνθρωπος :PPP
triantara: Χε, μου ήρθε έτσι ξαφνικά. Θεικά τα spiderman εκείνης της περιόδου, που ήταν οι μισές σελίδες ασπρόμαυρες και οι άλλες με ένα περίεργο, πορτοκαλοκόκκινο χρωματισμό. Κρίμα που δεν τα κράτησα.
crucilla: Eύχομαι να συνελθεις γρήγορα :)
N. Ago: Όπως είδες, το θέμα πήρε ήδη κάποιες διαστάσεις και στα blogs. Δικιά μου συνεισφορά περιττεύει πλέον.
Μαύρος Γάτος: Καλησπέρα man
krot: Πού να προλάβεις. Σ' έφαγε η κάντυ- κάντυ.
Βασιλική: Thanks
ανάθεμα κι αν κατάλαβα
προσπαθώ όμως!
Δεν τρέχει τίποτα ρε. Σιγά.
Μ'έχεις στοιχειώσει έτσι;
Πώς αλλιώς να εξηγήσω ότι, μόλις άκουσα πως ο κύριος ύποπτος για τις δολοφονίες των εκδιδομένων στο Ipswich εργάζεται στο Tesco εδώ και 10 χρόνια, σκέφτηκα αμέσως εσένα, τις πόρνες και τους υπαλλήλους σούπερ μάρκετ που φαντάζονται πως είναι σουπερ-ήρωες;;;
Τι να πω... έχω μείνει άφωνη...
;)
Ουχ, δεν έχω καμιά τέτοια πρόθεση μωρέ.
Ευχαριστώ
(μου έκανες τεράστιο κομπλιμάν)
Post a Comment
<< ΠάÏηÏΠμε